Λειτουργία οργάνωσης

Φυσικό καθήκον μιας οργάνωσης που κάνει λόμπινγκ είναι φυσικά η επιρροή. Ως εκ τούτου, η δυνατότητά της να προσελκύει μέλη όταν πρόκειται για ομοσπονδία, πελάτες όταν πρόκειται για συμβουλευτική ή δικηγορική ή χρηματοδότες όταν πρόκειται για ΜΚΟ, εξαρτάται κυρίως από τις επιτυχίες που έχει να επιδείξει (οι οποίες άλλοτε διαφημίζονται ανοιχτά κι άλλοτε διαχέονται σε πιο εμπιστευτικούς κύκλους), αλλά κι από τα τεκμήρια πρόσβασής της στη διαδικασία λήψης αποφάσεων (συμμετοχή σε expert groups, αριθμός συναντήσεων, συχνότητα συμμετοχής σε διαβουλεύσεις κλπ.).

Οργανώσεις των οποίων η ουσιώδης όσο και σταθερή επιρροή δε μπορεί να αμφισβητηθεί σοβαρά, όπως η CEFIC ή η Businesseurope, προσφέρουν ειδικά καθεστώτα «VIP» μελών, σε εταιρείες που δέχονται να πληρώσουν μια άμεση γενναία συνδρομή σε αντάλλαγμα ενός σημαντικότερου ρόλου στον καθορισμό της γραμμής της οργάνωσης. H Businesseurope έχει το Corporate Advisory and Support Group με 75 μέλη που παίζουν αυτό το ρόλο και η CEFIC το  Assembly of Corporate Members (ACOM) με 91 μέλη.

Οι δύο αυτές οργανώσεις ήταν ανάμεσα στους εκκινητές της «Διακήρυξης της Αμβέρσας» της 20ης Φεβρουαρίου 2024 την οποία στήριξαν περίπου 1.300 λόμπι των πολυεθνικών. To βασικό αίτημα της Διακήρυξης ήταν μια νέα «βιομηχανική συμφωνία » ως αντίβαρο στην  «πράσινη συμφωνία». Τα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής της 18ης Απρίλη δικαίωσαν αρκετά γρήγορα το αίτημα αυτό βάζοντας στο πρόγραμμα, για πρώτη φορά χωρίς καν να περιμένουν τις ευρωεκλογές,  μια «νέα ευρωπαϊκή συμφωνία για την ανταγωνιστικότητα» με το ίδιο περιεχόμενο: απορρύθμιση περιβαλλοντικών κανόνων στο όνομα της καταπολέμησης του διοικητικού βάρους, γενναίες δημόσιες επιδοτήσεις κι ένα σύστημα λήψης αποφάσεων ακόμα πιο φιλικό στις πολυεθνικές εταιρείες. Στις 8-9 Ιούλη, οι 27 υπουργοί βιομηχανίας της ΕΕ, συζήτησαν για τη «νέα ευρωπαϊκή συμφωνία για την ανταγωνιστικότητα» στη Βουδαπέστη  μετά από «ομιλία καλωσορίσματος» του Γενικού Διευθυντή της CEFIC. Η Σύνοδος Κορυφής της 27ης Ιούνη δήλωσε ότι «προσβλέπει στην επίτευξη ταχείας και αποφασιστικής προόδου σε όλους τους άξονες της νέας ευρωπαϊκής συμφωνίας για την ανταγωνιστικότητα έως το τέλος του έτους» 2024.  

Πέρα, όμως, από τις δραστηριότητες επιρροής προς όφελος των μελών τους όπως η παραπάνω, οι ομοσπονδίες εκπροσώπησης συμφερόντων παρέχουν κι άλλες υπηρεσίες. Παραδείγματος χάριν, τις περισσότερες φορές στέλνουν κάποιου είδους τακτική ενημέρωση (newsletter) στα μέλη τους με ό,τι πιο ενδιαφέρον προκύπτει από το monitoring που κάνουν. Μπορεί επίσης να οργανώνουν κι επιμορφωτικά σεμινάρια πάνω στην ευρωπαϊκή πολιτική για τα στελέχη των εθνικών μελών τους. Ενώσεις δημοτικών και περιφερειακών αρχών, συνδικάτα κι εργοδοτικές ενώσεις συντονίζουν συχνά την κοινή επιβολή προτάσεων για συμμετοχή σε διάφορα ευρωπαϊκά προγράμματα που χρηματοδοτούνται από την Επιτροπή και απαιτούν συμμετοχή οντοτήτων από πολλά κράτη μέλη.

Μια άλλη πολύ σημαντική υπηρεσία που μπορούν να προσφέρουν οι ομοσπονδίες επιχειρήσεων στα μέλη τους είναι η οργάνωση διαφόρων πρωτοβουλιών αυτορρύθμισης (self-regulation), που συχνά χρησιμεύουν ως επιχείρημα για την αποφυγή της επιβολής νομοθεσίας που δημιουργεί διοικητικά κόστη και κινδύνους προστίμων. Μια τέτοια πρωτοβουλία έτρεξε η Ομοσπονδία Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA) από το 1998 ως το 2008 καθυστερώντας για λίγα χρόνια την επιβολή υποχρεωτικών ορίων στις εκπομπές CO2 από τα επιβατικά οχήματα. Άλλο παράδειγμα ήταν η συμφωνία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τη Διεθνή Ένωση Συμφωνιών Ανταλλαγής και Παραγώγων (ISDA) για την εθελοντική μετάβαση από το Νοέμβρη του 2008 ως τον Ιούλιο του 2009, της εκκαθάρισης των συναλλαγών σε τέτοια χρηματοπιστωτικά προϊόντα σε Κεντρικούς Αντισυμβαλλόμενους (CCPs) [1] μέσα στην ΕΕ.

Όλες οι οντότητες εκπροσώπησης συμφερόντων των Βρυξελλών είναι υποχρεωμένες να πείθουν συνεχώς τα μέλη, πελάτες ή χρηματοδότες τους για την ανάγκη και το συμφέρον της ύπαρξής τους. Από τον κανόνα αυτόν δεν εξαιρούνται καν τα γραφεία « ευρωπαϊκών υποθέσεων» συγκεκριμένων εταιρειών. Όπως έδειξε στη διδακτορική διατριβή της η ερευνήτρια Armèle Cloteau, τα γραφεία αυτά είναι σε μόνιμη διαπραγμάτευση με τις κεντρικές διευθύνσεις της κάθε εταιρείας,  για τους πόρους που χρειάζονται αλλά και για να επιβεβαιώνουν διαρκώς την «προστιθέμενη αξία» που προσφέρει η δουλειά τους στην εκάστοτε εταιρεία[2].

Στις Βρυξέλλες υπάρχουν και συμβουλευτικές όπως η Kellen Europe που ειδικεύονται στη «διαχείριση ομοσπονδιών» (association management) και αναλαμβάνουν να παίξουν εξ ολοκλήρου το ρόλο της γραμματείας διαφόρων ενώσεων εταιρειών, διοργανώνοντας τις τακτικές συναντήσεις μελών αλλά και τα δημόσια συνέδρια τους και ότι άλλο χρειαστεί, μειώνοντας έτσι και τις πιθανότητες εμφάνισης εσωτερικής ίντριγκας και corporate politics[3].

Ένα από τα πρώτα ακαδημαϊκά βιβλία που δημοσιεύτηκαν πάνω στο λόμπινγκ στην ΕΕ συγκεκριμένα είναι το «Inside the EU Business Associations» του Justin Greenwood (2001) που δημοσιεύτηκε με συγχρηματοδότηση από το τμήμα «διαχείρισης ομοσπονδιών» της Ernst & Young και αποτελεί περισσότερο έναν οδηγό για το πώς μπορούν οι ενώσεις εταιρειών να είναι πιο συνεκτικές και αποτελεσματικές, παρά μία αυθεντικά επιστημονική έρευνα.

 

[1] Το LCH και το ICE Clear Europe του Λονδίνου και το Eurex της Φρανκφούρτης

[2] Armèle Cloteau, «Produire la valeur politique des marchandises : La construction historique d’un lobbying agroindustriel à Bruxelles (1945-2018) », Thèse sous la direction de Sylvain Laurens et Frédéric Lebaron soutenu le 11 décembre 2019 à l’Université Paris-Saclay

[3] David Krackhardt, “Assessing the political landscape: structure, cognition, and power in organizations”, Administrative Science Quarterly, June 1990