Δομική ανισορροπία

Τα «μετα-φονκτιοναλιστικά» (post-functionalist) ρεύματα της ακαδημαϊκής έρευνας πάνω στην ΕΕ («European Studies») συνέβαλαν στην ηθική και πολιτική νομιμοποίηση του λόμπινγκ ως ένα «συμμετοχικό» συμπλήρωμα στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία.

Οι θεωρίες του Gianodomenico Majone για το «ρυθμιστικό κράτος» ως «ένα σύστημα που λειτουργεί καλά» γιατί έχει «πολλαπλούς εντολείς με αντικρουόμενες επιδιώξεις» άρα λοιπόν «κανείς δε το ελέγχει» κι έτσι είναι «υπό έλεγχο»[1], επηρέασαν άμεσα τους ανώτερους υπαλλήλους της Επιτροπής στον τρόπο που αντιλήφθηκαν και οργάνωσαν τη σχέση της ΕΕ με τα λόμπι. Κατά την προετοιμασία της Λευκής Βίβλου για την Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση, εκθέσεις της Επιτροπής αναφέρονταν στο έργο του Majone για να υποστηρίξουν ότι την επίτευξη της αποστολής και των στόχων των θεσμών και οργανισμών της ΕΕ εγγυάται το γεγονός ότι τοποθετούνται «στο κέντρο μια δέσμης πολλαπλών και αντικρουόμενων επιρροών»[2].

H Sabine Saurruger μίλησε για «μία άλλη [νέα] μορφή αντιπροσώπευσης» που «δεν αποτελεί ένα  συστηματικά μονόπλευρο δίκτυο επιρροής που παρακάμπτει το δημόσιο συμφέρον […] αλλά που, τις περισσότερες φορές, είναι μια έκφραση των κοινωνικών ομάδων που επιθυμούν να παρέμβουν στη δημόσια συζήτηση»[3].  

Στο ίδιο μήκος κύματος, η  Heike Klüver υποστήριξε το 2013 ότι η « επιρροή είναι αρκετά ισότιμα διαμοιρασμένη ανάμεσα στα διαφορετικά κοινωνικά συμφέροντα» κι έτσι « η συμμετοχή των ομάδων συμφερόντων φαίνεται να ενισχύει τη δημοκρατική ποιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης»[4].

Στον αντίποδα των παραπάνω θεωριών, έχουμε την πραγματικότητα της υπέρ-εκπροσώπησης των διευθυντών και μετόχων των πολυεθνικών εταιρειών και της υπό-εκπροσώπησης της μεγάλης πλειοψηφίας που αποτελούν οι υπόλοιποι πολίτες. Αν υπάρχουν «πολλαπλά και αντικρουόμενα συμφέροντα» αυτά εκπροσωπούν βασικά διαφορετικές πολυεθνικές εταιρείες ή διαφορετικούς οικονομικούς κλάδους και οι κοινωνικές ομάδες σε καμία περίπτωση δεν αντιπροσωπεύονται στην ΕΕ με τρόπο αναλογικό του ποσοστού τους στον πληθυσμό. Η κατάσταση αυτή είναι σε ένταση με το Άρθρο 9 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση που ορίζει ότι «η Ένωση σέβεται την αρχή της ισότητας των πολιτών της, οι οποίοι τυγχάνουν ίσης προσοχής από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της», αλλά φαίνεται να διαιωνίζεται.

Ο Peter Haas[5] και κάποιοι άλλοι μεταγενέστεροι μετά-φοντκιοναλιστές ερευνητές που συνδέθηκαν και με την πολιτική οικονομία[6] ερμήνευσαν τη διακυβέρνηση της ΕΕ ως μια διακυβέρνηση κυριαρχούμενη από διάφορα κλαδικά δίκτυα εμπειρογνωμόνων και «γνωσιολογικών κοινοτήτων» (epistemic communities) κάνοντας ρήξη με την εξιδανίκευση των Majone, Saurruger, Klüver αλλά συνεχίζοντας να δίνουν μια κοινωνικά ουδέτερη εικόνα.

Αξιοποιώντας τα θεωρητικά εργαλεία της κοινωνιολογίας του Pierre Bourdieu,  όπως το «κοινωνικό πεδίο», το ρεύμα της πολιτικής κοινωνιολογίας της ΕΕ, που έχει αναπτυχθεί βασικά στη Γαλλία, έχει καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για να αποσαφηνίσει τις κοινωνικές δυνάμεις που συμμετέχουν στη λειτουργία της ΕΕ, αλλά και να φωτίσει τις διαμεσολαβήσεις της εκπροσώπησής τους[7]. Οι εμπειρικές μελέτες για συγκεκριμένες σφαίρες της δημόσιας πολιτικής και συγκεκριμένες πλευρές του οικοδομήματος πληθαίνουν[8] και σε συνδυασμό με τα εμπειρικά στοιχεία που φέρνουν στο φως οι ΜΚΟ διαφάνειας φέρουν το σπέρμα μια νέας ολοκληρωμένης κριτικής ανάλυσης της δόμησης του πεδίου εξουσίας στο ευρωπαϊκό επίπεδο και του κοινωνικού DNA της.

 

[1] Giandomenico Majone “Theories of regulation” in Giandomenico Majone (eds.), Regulating Europe, Routeledge, London and New York, 1996,  p. 28-46

[2] Antoine Quero and Fernand Sauer, “Rapport du groupe de travail ‘Établissement d’un cadre pour des agences de régulation à vocation décisionnelle’ », Groupe 3a, Livre Blanc sur la gouvernance, Chantier n°3 : Mieux exercer les responsabilités exécutives, Bruxelles, juin 2001

[3] Sabine Saurugger, Lobbying, communication d’influence et démocratie, Après-Demain, N° 460-461, Janvier-Février 2004, p. 40-45 & The Social Construction of the Participatory Turn: The Emergence of a Norm in the European Union, European Journal of Political Research 49(4), 2010, pp. 471–495

[4] Heike Klüver, Lobbying in the European Union: Interest Groups, Lobbying Coalitions and Policy Change, Oxford University Press, 2013

[5] Peter Haas, “Introduction: epistemic communities and international policy coordination”, International Organization, 46(1), 1992, pp. 1-35

[6] Πχ. Jacon Hasselbalch & Eleni Tsingou. “Regulatory Networks and Policy Communities.” in Ramona Coman, Amandine Crespy, Vivian Schmidt, «Governance and Politics in the Post-Crisis European Union», Cambridge University Press, 2020

[7] Didier Georgakakis & Jay Rowell, The field of Eurocracy, Mapping EU staff and professionals, Palgrave-Macmillan, 2013, S. Laurens, Lobbyists and Bureaucrats in Brussels, Routledge, 2018 & Didier Georgakakis, Antoine Vauchez, « Le concept de champ à l’épreuve de l’Europe », in Johanna Siméant (dir.), Guide de l’enquête globale en sciences sociales, CNRS éditions, Paris, 2015 

[8] Τρεις συλλογικοί τόμοι προσφέρουν μια αντιπροσωπευτική ματιά της εξέλιξης του ρεύματος : Willy Beauvallet, Cécile Robert & Elise Roullaud ,« EU Affairs – Sociοlogie des lobbyistes européens », Petar Lang, 2022 &  D. Georgakakis (dir.) « Les transformations du champ administratif européen (2015-2021), I. Théorie et organisations » & II. Acteurs et instruments, Revue française d’administration publique, 2021/4 & 2022/1 (n° 180 & 181)