Η νομοπαρασκευαστική διαδικασία που ακολουθεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι αρκετά τυποποιημένη και δομείται γύρω από πολλαπλές διαδικασίες διαβούλευσης αλλά και τη διενέργεια κι επικύρωση μιας «μελέτης επιπτώσεων».
Υπάρχουν δύο κανάλια διαβούλευσης:
- το εσωτερικό κανάλι ανάμεσα στη Γενική Διεύθυνση (ΓΔ) που έχει αναλάβει την προετοιμασία της εκάστοτε νομοθετικής πρότασης και τις υπόλοιπες ΓΔ
- το εξωτερικό κανάλι με ομάδες συμφερόντων και οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αλλά και με κρατικούς φορείς των κρατών-μελών.
Η μελέτη επιπτώσεων γίνεται στη βάση πολύ συγκεκριμένων οδηγιών που δίνονται στους μεσαίους ευρω-υπαλλήλους (τους επονομαζόμενους “desk officers”) που αναλαμβάνουν να τη φέρουν σε πέρας κι ελέγχεται πέρα από τους διοικητικούς (επικεφαλής μονάδας και διευθυντές) και πολιτικούς (γραφείο αρμόδιου επιτρόπου) προϊσταμένους τους κι από ένα ειδικό 6μελές σώμα ελέγχου, την Επιτροπή Ρυθμιστικού Ελέγχου.
Πολλά από τα στοιχεία και στατιστικά που περιλαμβάνονται στις μελέτες επιπτώσεων προέρχονται από ομάδες συμφερόντων που τα υπέβαλαν είτε σε κάποια από τις γραπτές διαβουλεύσεις, είτε σε κάποιον πάροχο υπηρεσιών που έχει προσλάβει η Επιτροπή για τη συλλογή τους, είτε μέσω διμερών επαφών με στελέχη της Επιτροπής. Τα υπόλοιπα στοιχεία συλλέγονται κατά κανόνα από τις διοικήσεις των κρατών-μελών.
Τα ποσοτικά στοιχεία βαραίνουν περισσότερο στη διαδικασία καθότι είναι άμεσα αξιοποιήσιμα στην ανάλυση κόστους-οφέλους (cost-benefit analysis) που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή όσο αφορά πρωτίστως τις οικονομικές (κόστος για εταιρείες και διοικήσεις) και δευτερευόντως τις περιβαλλοντικές και κοινωνικές επιπτώσεις των εξεταζόμενων μέτρων. Ο ίδιος αυτός ο τρόπος λήψης αποφάσεων είναι αποτέλεσμα λόμπινγκ των πολυεθνικών στο οποίο ηγήθηκε η British American Tobacco, όπως έχει δείξει έρευνα βρετανών ακαδημαϊκών.
Μέχρι πολύ πρόσφατα, τα ονόματα και στοιχεία επικοινωνίας του συνόλου των desk officers της Επιτροπής ήταν διαθέσιμα στη βάση δεδομένων Who is Who. Το 2022, η Επιτροπή επέλεξε να αποσύρει από τη δημοσιότητα τα ονόματα των στελεχών από το επίπεδο του αναπληρωτή προϊστάμενου μονάδας και κάτω επικαλούμενη τις διατάξεις προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Η απόφαση αυτή προκάλεσε έντονες αντιδράσεις τόσο από πλευράς εταιρικών λομπιστών όσο κι από πλευράς ακτιβιστών για τη διαφάνεια και δεν πρέπει να αποκλείεται η αναθεώρησή της, μέσω και δικαστικής δράσης.